Τρίτη 13 Δεκεμβρίου 2011

ΜΝΗΜΗ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΕΦΕΣΟΥ κυρού ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ




Ἕνας μεγάλος Ἱεράρχης ἔφυγε...
Τὴν 13ην Ὀκτωβρίου ἐ.ἔ. [2006] ἐξεδήμησε πρὸς Κύριον ὁ πoλιὸς Γέ­ρων Ἐφέσου κυρὸς Χρυσόστομος, ἕνας ἐκ τῶν πλέον διακεκριμένων Ἱε­ραρ­χῶν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου καὶ ἐνεργὸν μέλος εἰς τὰ δρώμενα μεγά­λων καὶ ἱστορικῶν στιγμῶν τοῦ Φαναρίου. Μία γεραρὰ μορφὴ ἱεράρχου, τῆς μακρᾶς παραδόσεως τῶν Φαναριωτῶν.
Ὁ μακαριστὸς Γέρων Ἐφέσου (κατὰ κόσμον Αἰμίλιος Κωνσταντινίδης) ἐ­γεν­νήθη εἰς τὴν Χρυσούπολιν (Σκούταρι) τὴν 28ην Μαρτίου 1921. Ἔλαβε τὰ ἐγκύκλια γράμματα εἰς τὴν Ἀστικὴν Σχολὴν τῆς γενέτειράς του, τὶς λυ­κειακὲς σπουδὲς εἰς τὴν Μεγάλην τοῦ Γένους Σχολὴν καὶ τὴν Ἱερὰν ἐπι­στή­μην εἰς τὴν Θεολογικὴν Σχολὴν τῆς Χάλκης, ἀπὸ τὴν ὁποίαν ἀπεφοίτησε μὲ βαθμὸ ἄριστα τὸ ἔτος 1941.
Τὸ ἔτος 1940 ἐχειροτονήθη διάκονος καὶ ἔλαβε τὸ ὄνομα τοῦ γέροντος καὶ προστάτου του Μητροπολίτου Νεοκαισαρείας Χρυσοστόμου (Κορω­ναί­ου).
Κατὰ τὰ ἔτη 1941-1946 ὑπηρέτησεν ὡς διάκονος εἰς τὸν ῾Ι. Ναὸν τῶν Ἁ­γί­ων Κωνσταντίνου καὶ Ἑλένης Σταυροδρομίου καὶ ὡς Γραμματεὺς καὶ Βι­βλιοφύλαξ τῆς Σχολῆς τῆς Χάλκης. Εἰς τὴν συνέχειαν διωρίσθη Διευθυν­τὴς τοῦ Γραφείου Τύπου τοῦ Πατριαρχείου καὶ Διευθυντὴς συντάξεως τοῦ πε­­ρι­ο­δικοῦ «Ὀρθοδοξία». Συνεπλήρωσε τὶς σπουδές του εἰς τὴν ῾Ρώμην καὶ τὸ Στρασβοῦργον, ὅπου ἀνεκηρύχθη ἀριστοῦχος Διδάκτωρ Ἀνατολικῶν Ἐ­πι­στη­μῶν καὶ Διδάκτωρ Συστηματικῆς Θεολογίας. Μετὰ τὴν ἐπιστροφήν του εἰς τὴν Πόλιν διωρίσθη, τὸν Ὀκτώβριον τοῦ 1951, καθηγητὴς εἰς τὴν Θε­ο­λογικὴν Σχολὴν τῆς Χάλκης. Εἰς τὴν Σχολὴν ἐδίδαξε τὴν Δογματικήν, τὴν Ἱστορίαν τῶν Δογμάτων καὶ τὴν Χριστιανικὴν Ἀρχαιολογίαν μέχρι τῆς ἀναστολῆς τῆς λειτουργίας της (Ἰούνιος 1971).
Τὴν 5ην/3/1961 ἐχειροτονήθη ἀπὸ τὸν Οἰκουμενικὸν Πατριάρχην Ἀθη­να­γόραν Μητροπολίτης Μύρων, τίτλον τὸν ὁποῖον ἔφερε μέχρι τῆς ἐκλογῆς του (10.12.1991) εἰς τὴν τιμητικὴν θέσιν τοῦ Γέροντος Μητροπολίτου Ἐφέ­σου.
Ὁ μακαριστὸς ἱεράρχης ἦτο γνώστης, ἐκτὸς της μητρικῆς του γλώσσης, τῆς Τουρκικῆς, τῆς Ἀγγλικῆς, τῆς Γαλλικῆς, τῆς Γερμανικῆς, τῆς Ἰταλικῆς καὶ τῆς Λατινικῆς. Πολυάριθμες ἦσαν οἱ συμμετοχές του εἰς διορθόδοξα καὶ διαχριστιανικὰ διεθνῆ συνέδρια ὡς ἐκπροσώπου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πα­τρι­αρ­χείου, ἐνῷ παραλλήλως εἶχε ὁρισθῆ Πρόεδρος τῶν Συνοδικῶν Ἐπι­τρο­πῶν ἐπί:
– τῶν Διορθοδόξων Ζητημάτων,
– τῶν Διαχριστιανικῶν Ζητημάτων,
– τοῦ Διαλόγου μὲ τὴν ῾Ρωμαιοκαθολικὴν Ἐκκλησίαν,
– τῶν Θεολογικῶν Μελετῶν, καὶ
– τοῦ Διαλόγου μὲ τὶς Προχαλκηδόνιες Ἐκκλησίες.
Ἡ διδασκαλία καὶ ἡ συγγραφὴ τὸν ἀπησχόλησαν μέχρι τῶν τελευταίων μηνῶν τῆς ἐπιγείου ζωῆς του. Ἐδίδαξε σὲ πολλὲς Θεολογικὲς Σχολὲς τοῦ ἐ­σω­τερικοῦ καὶ τοῦ ἐξωτερικοῦ (Θεσσαλονίκης, Ἐλσιγκίου κ.ἄ., καὶ –μέχρι πρὸ τῆς ἀσθενείας του– εἰς τὸ Μεταπτυχιακὸν Ἰνστιτοῦτον τῆς Ὀρθοδόξου Θεολογίας τοῦ Πανεπιστημίου τῆς Γενεύης). Ἀνεκηρύχθη Διδάκτωρ, τιμῆς ἕνεκεν, σὲ πολλὲς Σχολὲς καὶ ἄφησε πλούσιον συγγραφικὸν ἔργον.
Ἀπὸ τοῦ ἔτους 1983 ὠργάνωσε τὸ κατ’ ἔτος συγκαλούμενον εἰς τὴν Ἀτ­τάλειαν Διεθνὲς Συνέδριον εἰς μνήμην τοῦ Ἁγίου Νικολάου καὶ τὸ Προσ­κύ­νημα μετὰ Θ. Λειτουργίας, εἰς τὴν Βασιλικὴν τοῦ ῾Αγ. Νικολάου εἰς τὰ Μύρα τῆς Λυκίας.
Ἦτο ἀντεπιστέλλον μέλος τῆς Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν καὶ τακτικὸν μέλος τοῦ Φιλολογικοῦ Συλλόγου «ΠΑΡΝΑΣΣΟΣ».
Ὁ μακαριστὸς Γέρων Ἐφέσου ἦτο μία ξεχωριστὴ προσωπικότης τοῦ Φαναρίου. Εἶχε δὲ τὴν τύχην νὰ ὑπηρετήσῃ, ἀμέσως μετὰ τὴν ἐπιστροφήν Του ἀπὸ τὶς σπουδές, τὴν Μητέρα Ἐκκλησία σὲ περίοδον, κατὰ τὴν ὁποίαν εἰς τὸ Φανάρι κυριαρχοῦσαν μεγάλες καὶ ἰσχυρὲς προσωπικότητες, ὅπως ὁ Οἰ­κουμενικὸς Πατριάρχης Ἀθηναγόρας, ὁ Νεοκαισαρείας Χρυσόστομος Κο­ρω­ναῖος, ὁ Χαλδίας Κύριλλος, ὁ Σάρδεων Μάξιμος κ.ἄ. Ἀπὸ αὐτοὺς ἐδι­δά­χθη τὴν ἀξίαν τοῦ Θεολογικοῦ Διαλόγου καὶ τῆς ἐκκλησιαστικῆς διπλω­μα­τίας, εἰς τὰ ὁποῖα διεκρίθη κατὰ τὶς ἑπόμενες δεκαετίες.
Δύο στοιχεῖα χαρακτηρίζουν τὴν προσωπικότητά του, ἡ διδασκαλία τῆς Θεολογίας καὶ ἡ διακονία τοῦ εἰς τὸν Οἰκουμενικὸν Θρόνον.
Ὁ θεολογικὸς λόγος του διακρινόταν γιὰ τὴν γλαφυρότητα, τὴν συστη­μα­τι­κότητα, τὴν ἁγιογραφικὴ καὶ πατερικὴ τεκμηρίωση –χωρὶς ἐπιτηδεύ­σεις καὶ ῥητορικὰ σχήματα–, τὴν δωρικὴ λιτότητα καὶ τὴν λακωνικὴ δεινό­τητα.
Εἶναι πανθομολογουμένη ἀπὸ ὅλους τοὺς συμμετέχοντες εἰς τοὺς παν­ορ­θόδοξους καὶ διαχριστιανικοὺς διαλόγους ἡ καίρια καὶ θεολογικὴ βαθυ­στό­χαστη σκέψις του, ἔτσι ὥστε νὰ καθιερωθῇ ὡς ἕνας ἐκ τῶν μεγα­λυ­τέ­ρων συγχρόνων συστηματικῶν θεολόγων καὶ δὴ δογματολόγων.
Ἡ ἰδιότης του αὐτὴ τὸν κατέστησε ὡς τὸν κατ᾿ ἐξοχὴν ἰθύνοντα νοῦν εἰς τοὺς Πανορθοδόξους καὶ Διαχριστιανικοὺς Διαλόγους, τῶν ὁποίων τὸ Οἰ­κουμενικὸν Πατριαρχεῖον εἶχε τὴν εὐθύνην, καθὼς καὶ εἰς τὶς πολυά­ριθ­μες ἐπιτροπές, οἱ ὁποῖες καθώρισαν τὴν πορείαν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατρι­αρ­χείου εἰς τὸν σύγ­χρονον κόσμον.
Ἀξίωμά του καθ’ ὅλην τὴν διάρκειαν τῆς ζωῆς του τὰ δίκαια τῆς Με­γά­λης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας. Ὁ ἴδιος ἔγραφε εἰς τὴν εἰσαγωγὴν τοῦ πεν­τα­τόμου συγγραφικοῦ ἔργου του «ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ ΚΑΤΟΨΕΙΣ»:
«Εἶμαι κληρικὸς –διδάσκαλος καὶ ἱεράρχης– τῆς Μ.τ.Χ.Ε., καὶ αὐτὸ σημαίνει ὅτι εἶμαι τεταγμένος στὴν γραμμὴ καὶ στὶς θέσεις τῆς Ἐκκλησίας μου. Ὅλοι ἐμεῖς σ’ αὐτὴν ὀφείλουμε τὸ ὅ, τι εἴμαστε. Διότι “ὑπὸ τὰς πτέ­ρυ­γάς” της, ὡς “νεοσσοί”, μορφωθήκαμε, ἀναδειχθήκαμε καὶ τελικὰ στρα­τευθήκαμε, γιὰ νὰ γίνουμε οἱ “ἀγγελεῖς” τοῦ μηνύματός της πρὸς τοὺς ἔσω καὶ τοὺς ἔξω.
Σ’ αὐτὴν τὴν γραμμὴ καὶ μὲ τέτοια τοποθέτηση, ἡ προσφορὰ –ἡ ὁποια­δή­ποτε προσφορά, μεγάλη ἢ μικρὴ– εἶναι ἡ ἐλάχιστη δυνατὴ «ἀντιπε­λάρ­γησις» πρὸς τὴν μάνα, τὴν Μητέρα Ἐκκλησία, καὶ φυσικὰ ἡ καλο­προ­αί­ρε­τη ἀναγνώριση τῆς προσφορᾶς αὐτῆς ἀπὸ μέρους ἐκείνης εἶναι τὸ πολυ­τι­μό­τερο “ἀντίδωρον” γιὰ τὸν καθένα μας».
Κατὰ τὴν προάσπιση τῶν δικαίων τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου εἰς ὅλες τὶς κρίσεις μὲ τὶς ἄλλες Ἐκκλησίες καὶ Πατριαρχεῖα ἐφαίνετο ἡ δι­πλω­ματικὴ δεινότης του. Ψύχραιμος συνομιλητὴς στὸ τραπέζι τῶν δια­πραγ­ματεύσεων ἀφήνει τὴν ἄλλη πλευρὰ νὰ «ἐκτίθεται». Καὶ ὅπως σημει­ώ­νεται στὴν ἐφημερίδα «Τὸ Βῆμα» (27.11.2004)· «Ὁ ἴδιος, πάντα ἀτά­ρα­χος, διαβάζει τὰ κείμενα λέξη πρὸς λέξη, μάχεται γιὰ τὸ ποῦ καὶ πῶς πρέ­πει νὰ μποῦν τὰ κόμματα καὶ οἱ τελεῖες. Κάποιοι θὰ μποροῦσαν νὰ τὸν χα­ρακτηρίσουν σχολαστικό, ὅμως πολλὲς φορὲς οἱ συνομιλητές του ἀνα­κά­λυ­ψαν, ἐκ τῶν ὑστέρων βέβαια, ὅτι κερδίζει τὶς μάχες, ἐπειδὴ πίσω ἀπὸ τὶς λέ­ξεις μπορεῖ νὰ κρύβει θέσεις καὶ συμπεράσματα ποὺ μὲ τὴν πρώτη μα­τιὰ δὲν φαίνονται».
Πολυγραφώτατος (ἔγραφε ἀκόμα καὶ κατὰ τὴν διάρκεια τῆς ἀσθενείας του εἰς τὸ Νοσοκομεῖον), ἄφησε πολλὲς ἐργασίες δημοσιευμένες σὲ ἐπι­στη­μο­νικὰ περιοδικά. Κορυφαῖον ἔργον του τὸ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ ΚΑΤΟΨΕΙΣ» σὲ 4 τόμους καὶ ἓν συμπληρωματικὸν μὲ τίτλον «ΤΑΔΕ ΛΕΓΕΙ ΠΑΤΡΙΑΡ­ΧΙΚΟΣ ΑΜΒΩΝ». Ἐπίσης τὰ βιβλία «Η ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΩΝ ΜΥΣΤΗ­ΡΙ­ΩΝ ΤΩΝ ΕΤΕΡΟΔΟΞΩΝ» καὶ «ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟΝ καὶ ΟΙ­ΚΟΥΜΕΝΙΚΟΙ ΠΑΤΡΙΑΡΧΑΙ ἀπὸ τὸ 1923 ἕως σήμερα».
Στοιχεῖα μὲ ἰδιαίτερη σημασία καὶ βαρύτητα εἰς τὶς ἐργασίες τοῦ Γέροντος Ἐφέσου εἶναι οἱ βασικὲς θεολογικὲς ἀρχές· δηλαδὴ ἡ θεολογικὴ δια­λεκτική, ὁ παραδοσιακὸς τρόπος ἀναφορᾶς εἰς τὶς πηγὲς καὶ κατ’ ἐπέ­κταση θεολογικὴ σκέψις, θεολογικὸς συλλογισμός, θεολογικὴ μέθοδος καὶ θε­ολογικὴ τεκμηρίωσις.
Εἶναι ἀξιοσημείωτο νὰ ἀναφέρουμε πὼς ὁ ἴδιος εἰς τὴν εἰσαγωγὴ τοῦ ἔργου του «ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ ΚΑΤΟΨΕΙΣ» θέτει ὡρισμένα κεφαλαιώδη καὶ ἀτα­λάντευτα γνωρίσματα γιὰ κάθε ὀρθόδοξο θεολόγο:
«Πρῶτα παρ’ ὅλα, πρέπει νὰ ὑπάρχει καὶ νὰ διαφαίνεται, κάτω ἀπὸ τὶς γραμμὲς τοῦ κάθε κειμένου, σαφὴς ἡ ὀφειλετικὴ προσήλωσις στὴν πα­ρά­δοση καὶ τὴν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας. Δεύτερον, πρέπει νὰ εἶναι δε­δο­μένη ἡ τίμια πρόθεση τοῦ γράφοντος, ὅτι θέλει νὰ ἐξασφαλίσει μία σύγ­χρονη ἀλλὰ καὶ σωστή, ὅσο εἶναι δυνατόν, πληροφόρηση τοῦ κάθε πιστοῦ, γιὰ μία ἀνάλογη, στὴ συνέχεια, τοποθέτησή του στὰ διάφορα θέματα, τὰ ὁ­ποῖα ἀπασχολοῦν τὴν ἐκκλησία του καὶ τὸν ἴδιο.
Καὶ τρίτον, νὰ μὴ ὑστερεῖ ὁ γράφων σὲ συνέπεια, ὑπευθυνότητα καὶ ἀ­ξι­οπιστία, ὥστε νὰ πείθει τὸν ἀναγνώστη του, τὸν πιστεύοντα, τὸν καλῆς προ­θέσεως ἀναγνώστη του – ὅτι ἐκφράζει ἀνόθευτες θέσεις καὶ ἀλήθειες καὶ ὅτι σὲ καμμία περίπτωση δὲν ἀντιφάσκει πρὸς τὸν ἑαυτό του, κάτι ποὺ τὸ λέγει κατὰ τρόπον πολὺ ἐκφραστικό, τὸ γνωστὸ ρητό:
“Δάσκαλε ποὺ δίδασκες...” (ὁπωσδήποτε καὶ ἂν ἐκλάβει κανεὶς τὸ ῥητὸ αὐτό, εἴτε κυριολεκτικὰ εἴτε μεταφορικά)».
Ἄνθρωπος τοῦ μέτρου εἰς τὴν προσωπικὴν ζωήν του ἀλλὰ καὶ αὐτὴν τῆς Ἐκκλησίας, ἔδινε τὸ παράδειγμα εἰς τοὺς νεωτέρους γιὰ τὸ πῶς πρέ­πει νὰ πολιτεύωνται ἐντὸς καὶ ἐκτὸς Ἐκκλησίας. Ἄρχοντας μ’ ὅλη τὴν ση­μα­σία τοῦ ὅρου, ἐπεβάλλετο μὲ τὴν παρουσία του καὶ τὴν εὐγένειά του καὶ προκαλοῦσε τὸν σεβασμὸ καὶ τὴν ἐκτίμηση ὅλων ὅσων ἦσαν ὑπο­χρε­ω­μένοι, κατὰ ἕνα τρόπο, νὰ συνεργάζωνται μαζί Του.
Μὲ τὴν εὐκαιρία αὐτοῦ του μνημοσύνου ἂς ἐπιτραπεῖ εἰς τὸν γρά­φον­τα νὰ ἀναφερθεῖ στὴν προσωπικὴ σχέση του μὲ τὸν μακαριστὸ Γέροντα, ἡ ὁ­ποία ἄρχισε μέσα ἀπὸ τὶς ψυχρὲς τραπεζικὲς ἐργασίες καὶ ἐξελίχθη σὲ θερ­μὴ φιλικὴ σχέση. Μία σχέση τὴν ὁποία ὁ μακαριστὸς σηματοδότησε μὲ μία κίνησή του συγκαταλέγοντάς τον ἀνάμεσα εἰς τοὺς φίλους του. Μόνον συγκίνηση προκαλεῖ ἡ ἐνθύμηση τῆς στιγμῆς τῆς ἰδιόχειρης ἀφιέρωσής του πρὸς τὸν γράφοντα εἰς τὸν Α΄ τόμο τῶν «ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΚΑΤΟΨΕΩΝ».
Ἄρχισε νὰ γράφει· «Στὸν ἐκλεκτὸ φίλο...»
Σταμάτησε τὸ γράψιμο. «Μοῦ ἐπιτρέπεις νὰ σὲ θεωρῶ φίλο μου;» ἀ­πευ­θύνεται στὸν ἐμβρόντητο –καὶ δικαίως– ὑποσημειούμενον.
«Μά, Γέροντα», τόλμησε νὰ ἀντιτείνει.
Μὲ μία κίνηση ποὺ ἐννοοῦσε πολλὰ ἔδωσε τέλος στὶς ἀντιρρήσεις.
Αὐτὸς ἦταν ὁ Γέρων Ἐφέσου. ΜΕΓΑΛΟΣ!
Μὲ τὴν ἐκδημία του ἡ Ἱερὰ Ἐπιστήμη στερήθηκε ἕναν ἀκούραστο ἐρ­γά­τη της. Ὁ Οἰκουμενικὸς Θρόνος ἕναν σπουδαῖο καὶ πιστὸ διάκονό του καὶ ὁ γράφων ἕναν Μεγάλο Φίλο. Τέλος δὲν εἶναι τυχαῖο ὅτι ὡς ἐπιτάφιο ἐπί­γραμμα ἐπέλεξε τὴν ῥήση τοῦ Ἀποστόλου Παύλου «ἐμοὶ τὸ ζῆν Χρι­στός, καὶ τὸ ἀποθανεῖν κέρδος» (Φιλιπ. 1,21). Μία φράση ἡ ὁποία συν­ο­ψί­ζει ὅλο τὸ νόημα τῆς ἐπιγείου ζωῆς του.
Ἂς εἶναι αἰωνία ἡ μνήμη του.


Χρῆστος ᾿Ι. Δρούγκας
Ἀθῆναι 13.11.2006
Μνήμη ῾Αγ. Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου

ΠΗΓΗ : http://www.symbole.gr/chrtoms/chpb/efchk/612-efchdr



 ῾Η χειροτονία του εἰς ἐπίσκοπον (ἠχογραφήσεις)


᾿Αρχεῖον ἠχογραφήσεων καὶ ἐκκλησιαστικῶν ὕμνων Δ.Α.

Χειροτονία ἀρχιερέως 5 μαρτίου 1961, Φανάρι, Θρασύβουλος Στανίτσας καὶ Νικόλαος Δανιηλίδης. (ψηφιοποίησις Δ.Α.)

᾿Απὸ τὸ προσωπικὸν ἀρχεῖον τοῦ μακαριστοῦ μητροπολίτου ᾿Εφέσου κυ­ροῦ Χρυσοστόμου Κωνσταντινίδη (τοῦ ἀπὸ Μύρων) ἀποσπάσματα ἐκ τῆς ἀκολουθίας τῆς εἰς ἐπίσκοπον χειροτονίας του (εἶχε ἐκλεγῆ μητροπο­λί­της Μύρων) στὸν πατριαρχικὸ ναὸ τοῦ ἁγίου Γεωργίου στὸ Φανάρι, κατὰ κυριακὴ β΄ τῶν νηστειῶν 5 μαρτίου 1961.  τὴν χειροτονία τέλεσε ὁ πατριάρχης ᾿Αθηναγόρας (ἀκούγεται σὲ κάποια σημεῖα).  ψάλλουν δεξιὰ ὁ Θρασύβουλος Στανίτσας καὶ ἀριστερὰ ὁ Νικόλαος Δανιηλίδης μὲ πλήρεις τοὺς πατρι­αρ­χικοὺς χορούς. σημειωτέον ὅτι στὴν ἠχογράφησι αὐτὴ ὁ Θρ. Στανίτσας εἶναι ἀκόμη τοποτηρητὴς τῆς πρωτοψαλτίας καὶ ὁ Ν. Δανιηλίδης ἀντι­στοί­χως τοποτηρητὴς τῆς λαμπαδαρίας, διότι οἱ χειροθεσίες των ἔγιναν τὴν ἑ­πό­μενη κυριακὴ τῆς σταυροπροσκυνήσεως. ἡ φωνοταινία μὲ τὰ ἠχο­γρα­φη­μένα ἀποσπάσματα εἶχε δοθῆ ὡς δῶρον ἕνεκα φιλίας ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν ἱ­ε­ράρ­χη στὸν κ. Χρῖστο Δρούγκα (βλέπε φωτογραφίες), ὁ ὁποῖος τὴν παρε­χώ­ρησε γιὰ δημοσίευσι στὴν ἱστοσελίδα τῆς Συμβολῆς στὰ πλαίσια τοῦ ἀφι­ε­ρώματος γιὰ τὸν μα­καριστὸ μητροπολίτη ᾿Εφέσου. σύμφωνα μὲ ἐνη­μέ­ρωσι τοῦ κ. Χρ. Δρούγ­κα ἀποσπάσματα ἀπὸ τὴν ἴδια ἀκολουθία εἶχαν ἐκ­δοθῆ καὶ σὲ ψηφιακὸ δίσκο, ἀλλὰ τὰ περιεχόμενά του δὲν ταυτίζονταν μὲ τὴν φωνοταινία παρὰ μόνον κατὰ ἕνα μέρος.

 


1679-01 πρόλογος· πολυέλεος (ἀπόσπασμα)· «Εἰς πολλὰ ἔτη».Download

1679-02 καταβασίαι «Θείῳ καλυφθεὶς» ψαλλόμεναι ὑπὸ τῶν χορῶν βε­βαί­ως καὶ ὄχι ὑπὸ τοῦ ἀρχιερέως.Download

1679-03 «῞Αγιος Κύριος», λοιπὰ ἐξαποστειλάρια, «Κέλευσον», πα­σα­πνοάρια πλ. β΄.Download

1679-04 «Τὸν δεσπότην καὶ ἀρχιερέα», ἦχος βαρύς, Θρασύβουλος Στα­νί­τσας.Download

1679-05 στιχηρὰ τῶν αἴνων.Download

1679-06 Δόξα, «Βασιλεῦ οὐράνιε», Θρ. Στανίτσας (κάποια φωνητικὴ ἀ­δυ­ναμία στὸ «πάσης [κη­λῖ­δος]» εἶναι κάτι τὸ ἀνθρώπινον καὶ ἄνευ ἰδιαι­τέ­ρας σημασίας).Download

1679-07 δοξολογία σύντομος, πλ. β΄ (ἐπιλογὴ στίχων).Download

1679-08 χειροτονία (ὁμολογία πίστεως, ἐκφωνήσεις), «Σήμερον σωτη­ρί­α».Download

1679-09 «Εὐλογημένη», εἰρηνικά, κυριελεησάρια.Download

1679-10 ἐφύμνια ἀντιφώνων, «῾Ο μονογενής».Download

1679-11 ἀπολυτίκιον πεντηκοστῆς.Download





ΠΗΓΗ : http://www.symbole.gr/chrtoms/chpb/efchk/611-efchch

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

LinkWithin

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

Αρχειοθήκη ιστολογίου