Το πάθος ενος ιερέα και οι μνημονεύσεις
Δεν ξέρω τι αλλο εκανε, οπου κι αν περπατουσε, οποιον κι αν συναντουσε, ζητουσε το ονομα του και το κρατουσε και ετσι τον μνημόνευε. Εκανε πάντοτε πρόθεση τρεις τρισίμιση ωρες. Η συνήθης εναρξις της ακολουθίας ειναι 7, αυτος πήγαινε απ τις τρισίμιση- τέσσερεις, κι εκει πρόθεση και διάβαζε και μνημόνευε.
Κυριακη, γιορτη, καθημερινη, για πολλα χρόνια, ειπαμε 25-30.
Ειχε ομως ενα ελάττωμα. Επινε. Του αρεσε το κρασί. Κάποτε λοιπον σ΄ενα βραδινο γλέντι, σε μια γιορτη, ξημερώθηκε πίνοντας. Και ξεχνωντας οτι την επομένη μέρα ειχε Θεία Λειτουργία, και μάλιστα θα ηρχετο ας πουμε και ενα πούλμαν με εκδρομεις, οι οποιοι θα εκαναν δικη τους Θεία Λειτουργία, ειχαν ειδοποιήσει μια βδομάδα πριν, οτι τη συγκεκριμένη εκείνη μέρα θα ηρχοντο να λειτουργηθουν κοντα του, να κοινωνήσουν, να τους πει το Λόγο του Θεου να προσκυνήσουν και μια εικόνα που ειχαν εκει θαυματουργη.
Τώρα, το θυμήθηκε λοιπον στις πεντέμιση-εξι το πρωϊ, αλλα ητανε τύφλα στο μεθίσι. Τι θα κάνει τωρα.Χωρις να λέμε πολλα λόγια, ξεκίνησε τρικλίζοντας, και πηγε στην εκκλησία, πηρε καιρο, ντύθηκε, και σε λίγο ηρθαν οι προσκυνηται και αρχισε τη Θεία Λειτουργία. Κακην κακως, τα κατάφερε να κάνει και τη μεγάλη εισοδο, ετσι ωστε απο δω κοντα, εκανε τον καθαγιασμο, τρόμαξε να κοινωνήσει, ολα πηγαν καλα μέχρι τη στιγμη που ηρθε η ωρα και ειπε :
- Μετα φόβου Θεου πίστεως και αγάπης προσέλθετε, αλλά πέφτει κάτω, μαζι με το Αγιον Ποτήριον τα χύνει ολα κάτω. Ετρεξαν οι ανθρωποι, φώναξαν, αυτος λες και ηταν ενας πάγος πάνω στο κεφάλι του, ξεμέθυσε αμέσως, να αρχίσει να κλαίει με λιγμους, να τα γλύφει να τα μαζεύει, δεν ξέρομε τι εγινε και πως εγιναν, δεν περιγράφονται αυτα ουτε λέγονται, τέλος πάντων κάψανε ο,τι κάψανε κι υστερα απο ωρες συντετριμμένος μαζεύτηκε σε μια γωνια κι εκει εκλαιγε, ωσπου το εμαθε ο Δεσπότης και τον ειδοποίησε, να ρθει.
Παρουσιάστηκε μπροστα του τρέμοντας. Τι να πει στο Δεσπότη τώρα. Τι να πει στο Δεσπότη. Τουπε λοιπον ο επίσκοπος, κρέμασε το πετραχείλι σου εδω, και πήγαινε στο χωριο, και σε τρεις μέρες θα ρθεις, μέχρι τότε θα κάνω προσευχη και θ΄αποφασίσω τι θα σου κάνω. Την τρίτη ημέρα, το βράδυ,ι ο επίσκοπος βλέπει στον υπνο του οτι καθόταν στον επισκοπικο θρόνο, εδω, με τα ράσα, αλλα φορουσε το πετραχείλι και το ωμόφορο, τα σύμβολα της Αρχιεροσύνης. Και να” μαζεύονται λοιπον βασιλιάδες, αυτοκράτορες, Πατριάρχες, Δεσποτάδες, παπαδες, πρίγκιπες, προγκίπισσες, ολος αυτος ο κόσμος. Και να τον τραβανε απ το πετραχείλι, απ το ομόφορο, κι απ τα ράσα κι απ τα γένια και φωνάζανε : “Τον παπα μας”, κι εφυγαν αυτοι, και ηρθε ενα πληθος, ανδρες γυναικες, ανδρες γυναικες, χιλιάδες, χιλιάδες, χιλιάδες, χιλιάδες, κι ολοι τον τραβουσαν κι ολοι τον φώναζαν “τον παπα μας”, “τι θα γίνουμε εμεις, χωρις κάποιον να μας μνημονεύει τωρα”. Ξύπνησε ο Δεσπότης καταϊδρωμένος, μούσκεμα.
Κεινο το πρωι ομως θα ερχόταν ο παπούλης, ειχε πάρει ο Δεσπότης την απόφαση ομως να τον καθαιρέσει,… Να που ηρθε ο παπούλης,
-Για πες μου ρε παπα μου, τι κάνεις εσυ, ακουσα οτι κάνεις μνημονεύσεις εκει στη Λειτουργια. Ποτε πας στην εκκλησία, τι κάνεις, για πες μου ποια ειναι η διαγωγη σου εξω απ το κρασι;
Και ο παπούλης του ειπε την αλήθεια. Τ ακουσε ο Αρχιερευς και του ειπε:
-Κοίταξε, δωσε παπα μου τώρα ορκο, οχι βέβαια οπως τον τάζουμε εμεις. ;;; Υπόσχεση ενώπιον Θεου και του Αρχιερέως οτι δεν θα ξαναπιεις. Αν δώσεις αυτην την υπόσχεση οτι δεν θα ξαναβάλλεις στο στομα σου θα σε συγχωρέσω. Κι οχι μόνο θα σε συγχωρέσω αλλα θα σε παρακαλέσω, να συνεχίσεις την ιδια τακτικη μχρι που θα βαστουν τα χέρια σου. Μέχρι που θα πεθάνεις. Ειχα σκοπο σήμερα να σε καθαιρέσω, αλλα δεν μ αφήνουν οι ψυχες που μνημονεύεις. Συνέχισε οσο ζεις, ετσι να πορεύεσαι.
Από το Γεροντικό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου