Η Ανάμνηση του θαύματος του Αγίου Θεοδώρου του Τήρωνος τιμάται από την Εκκλησία μας το πρώτο Σάββατο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής
Ο Ιουλιανός ο Παραβάτης, όταν βασίλευσε, θέλησε να επαναφέρει την ειδωλολατρική θρησκεία. Δι αυτό καταδίωκε σκληρά τους πιστούς χριστιανούς! Θέλησε ο ανόητος
να προσκυνούν και τιμούν οι άνθρωποι τα είδωλα και να περιφρονούν τον Αληθινό Θεό.
Ο θεομάχος υπέβαλλε τους χριστιανούς σε φρικτά μαρτύρια. Τους τρυπούσε την κοιλιά, τους έβγαζε τα μάτια τους, τους ξερίζωνε τα δάκτυλα, τους έκοβε τη γλώσσα,
χρησιμοποιούσε σούβλες, τηγάνια και τους τηγάνιζε σαν ψάρια. Οι ανδρείοι χριστιανοί τα υπέμειναν με γενναιότητα αφάνταστη.
Του έβαλε δε ο Σατανάς στο μυαλό ένα τρόπο με τον οποίον θα τους εξανάγκαζε τους χριστιανούς να φάνε ειδωλολατρικά φαγητά.
Γνώριζε ο άθλιος, ότι οι Χριστιανοί κατά την πρώτην εβδομάδα της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, εξαγνίζονται με την νηστεία, την προσευχή, τις ακολουθίες. Κάλεσε λοιπόν
τον έπαρχο της Κωνσταντινουπόλεως και του είπε:
— Επειδή μεταχειρίσθηκα πολλούς τρόπους και δεν κατόρθωσα να πείσω τους Χριστιανούς να θυσιάσουν εις τα είδωλα και να φάνε από αυτά θέλοντας και μη.
Οι Χριστιανοί έχουν αυστηρή νηστεία όλη την Εβδομάδα αυτή μέχρι το Σάββατο. Διατάσσω λοιπόν να σηκωθούν όλα τα τρόφιμα από την αγορά και να μην υπάρχει τίποτε
σ' αυτήν εκτός από εκείνα τα τρόφιμα και τα ποτά που θα δώσω εγώ και τα οποία θα είναι ραντισμένα με το αίμα των θυσιών μας. Κατ' αυτόν τον τρόπο θα αγοράσουν όλοι
τους από αυτά και αναγκασχικά θα φάνε από τα ειδωλόθυτα. Αν δε δεν θελήσουν να φάνε από αυτά, θα πεθάνουν από πείνα.
—Τώρα, είπε, ο κόλακας εκείνος Έπαρχος, καταλαβαίνω, όχι η καρδιά του βασιλέως είναι στα χέρια των θεών.
Το σατανικό αυτό σχέδιο το έθεσαν εις εφαρμογή. Απεσύρθησαν από την αγορά όλα τα τρόφιμα και τα ποτά. Πωλούσαν μόνον τα μεμιασμένα, τα ραντισμένα με το αίμα
των θυσιών.
Και αυτά μεν έκαμε ο Ιουλιανός. Ο Θεός όμως φρόντισε να προφυλάξει τους ευσεβείς πιστούς του. Έστειλε προς τούτο τον άγιον Θεόδωρο και παρουσιάσθηκε στον
Πατριάρχη, φανερά. Όχι σε όνειρο και του είπε:
—Σήκω γρήγορα και συγκέντρωσε όλους τους πιστούς. Πες τους να μη αγοράσει κανένας από τα τρόφιμα που πωλούν στην αγορά, διότι ο ασεβέστατος Ιουλιανός τα
μόλυνε με αίμα από τις θυσίες τους.
— Και πως, κύριε μου, μπορεί να προφυλαχθούν. Οι πλούσιοι ίσως, μπορέσουν, διότι έχουν παρακαταθήκη τροφίμων. Οι πτωχοί όμως που δεν έχουν ούτε μιας ημέρας
τρόφιμα, τι θα φάνε;
— Κόλλυβα θα φάνε. Του απήντησε ο Μάρτυς.
— Και τι είναι αυτά τα κόλλυβα;
— Σιτάρι βρασμένο είναι. Να βράσεις σιτάρι και να το μοιράσεις στους Χριστιανούς να φάνε. Στην πατρίδα μου, τα Ευχάϊτα αυτό το βρασμένο σιτάρι τα λέγουμε κόλλυβα.
Έτσι να κάμεις για να κρατήσεις το ποίμνιο σου αμίαντο και αμόλευτο.
— Και ποιος είσαι συ, Κύριε, τον ερωτά ο Πατριάρχης που φροντίζεις, για τη σωτηρία τη δική μας;
— Εγώ είμαι ο Μάρτυς του Χριστού Θεόδωρος και με έστειλε ο Κύριος να σας βοηθήσω στη δύσκολη αυτή στιγμή.
Αμέσως κατόπιν ο Πατριάρχης συγκέντρωσε τον πιστό λαόν του Χριστού, τους φανέρωσε τα διατρέξαντα λεπτομερώς. Οι Χριστιανοί αφού τα άκουσαν αυτά τρώγανε
κόλλυβα και έμειναν τα μολυσμένα τρόφιμα της αγοράς, μέχρις ότου αναγκάσθηκαν να τα αποσύρουν.
Οι Χριστιανοί από τη χαρά τους ευχαρίστησαν τον Θεό και τον καλλίνικο Μάρτυρα Θεόδωρο.
Το θαύμα αυτό των κολλύβων το εορτάζει η αγία μας Εκκλησία το πρώτον Σάββατον της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, το λεγόμενον Ψυχοσάββατον. Τότε τελείται και η
μνήμη του Αγίου Θεοδώρου.
Όλα τα σπίτια των Χριστιανών κάμνουν κόλλυβα και τα πηγαίνουν εις τους ναούς, χάριν των κεκοιμημένων. Την ημέραν αυτήν γίνεται επίσκεψις και εις τα κοιμητήρια,
όπου προσφέρονται υπό των οικογενειών κόλλυβα. Εις πολλά μέρη γίνεται υπό της Εκκλησίας δίσκος με κόλλυβα για κείνους, που πέθαναν χωρίς κληρονόμους και
δεν έχουν ποίος να τους μνημονεύσει καθώς και για κείνους, που σκοτώθηκαν στον πόλεμο ή χάθηκαν μακρυά στην ξενητειά.
πηγη
Ο Ιουλιανός ο Παραβάτης, όταν βασίλευσε, θέλησε να επαναφέρει την ειδωλολατρική θρησκεία. Δι αυτό καταδίωκε σκληρά τους πιστούς χριστιανούς! Θέλησε ο ανόητος
να προσκυνούν και τιμούν οι άνθρωποι τα είδωλα και να περιφρονούν τον Αληθινό Θεό.
Ο θεομάχος υπέβαλλε τους χριστιανούς σε φρικτά μαρτύρια. Τους τρυπούσε την κοιλιά, τους έβγαζε τα μάτια τους, τους ξερίζωνε τα δάκτυλα, τους έκοβε τη γλώσσα,
χρησιμοποιούσε σούβλες, τηγάνια και τους τηγάνιζε σαν ψάρια. Οι ανδρείοι χριστιανοί τα υπέμειναν με γενναιότητα αφάνταστη.
Του έβαλε δε ο Σατανάς στο μυαλό ένα τρόπο με τον οποίον θα τους εξανάγκαζε τους χριστιανούς να φάνε ειδωλολατρικά φαγητά.
Γνώριζε ο άθλιος, ότι οι Χριστιανοί κατά την πρώτην εβδομάδα της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, εξαγνίζονται με την νηστεία, την προσευχή, τις ακολουθίες. Κάλεσε λοιπόν
τον έπαρχο της Κωνσταντινουπόλεως και του είπε:
— Επειδή μεταχειρίσθηκα πολλούς τρόπους και δεν κατόρθωσα να πείσω τους Χριστιανούς να θυσιάσουν εις τα είδωλα και να φάνε από αυτά θέλοντας και μη.
Οι Χριστιανοί έχουν αυστηρή νηστεία όλη την Εβδομάδα αυτή μέχρι το Σάββατο. Διατάσσω λοιπόν να σηκωθούν όλα τα τρόφιμα από την αγορά και να μην υπάρχει τίποτε
σ' αυτήν εκτός από εκείνα τα τρόφιμα και τα ποτά που θα δώσω εγώ και τα οποία θα είναι ραντισμένα με το αίμα των θυσιών μας. Κατ' αυτόν τον τρόπο θα αγοράσουν όλοι
τους από αυτά και αναγκασχικά θα φάνε από τα ειδωλόθυτα. Αν δε δεν θελήσουν να φάνε από αυτά, θα πεθάνουν από πείνα.
—Τώρα, είπε, ο κόλακας εκείνος Έπαρχος, καταλαβαίνω, όχι η καρδιά του βασιλέως είναι στα χέρια των θεών.
Το σατανικό αυτό σχέδιο το έθεσαν εις εφαρμογή. Απεσύρθησαν από την αγορά όλα τα τρόφιμα και τα ποτά. Πωλούσαν μόνον τα μεμιασμένα, τα ραντισμένα με το αίμα
των θυσιών.
Και αυτά μεν έκαμε ο Ιουλιανός. Ο Θεός όμως φρόντισε να προφυλάξει τους ευσεβείς πιστούς του. Έστειλε προς τούτο τον άγιον Θεόδωρο και παρουσιάσθηκε στον
Πατριάρχη, φανερά. Όχι σε όνειρο και του είπε:
—Σήκω γρήγορα και συγκέντρωσε όλους τους πιστούς. Πες τους να μη αγοράσει κανένας από τα τρόφιμα που πωλούν στην αγορά, διότι ο ασεβέστατος Ιουλιανός τα
μόλυνε με αίμα από τις θυσίες τους.
— Και πως, κύριε μου, μπορεί να προφυλαχθούν. Οι πλούσιοι ίσως, μπορέσουν, διότι έχουν παρακαταθήκη τροφίμων. Οι πτωχοί όμως που δεν έχουν ούτε μιας ημέρας
τρόφιμα, τι θα φάνε;
— Κόλλυβα θα φάνε. Του απήντησε ο Μάρτυς.
— Και τι είναι αυτά τα κόλλυβα;
— Σιτάρι βρασμένο είναι. Να βράσεις σιτάρι και να το μοιράσεις στους Χριστιανούς να φάνε. Στην πατρίδα μου, τα Ευχάϊτα αυτό το βρασμένο σιτάρι τα λέγουμε κόλλυβα.
Έτσι να κάμεις για να κρατήσεις το ποίμνιο σου αμίαντο και αμόλευτο.
— Και ποιος είσαι συ, Κύριε, τον ερωτά ο Πατριάρχης που φροντίζεις, για τη σωτηρία τη δική μας;
— Εγώ είμαι ο Μάρτυς του Χριστού Θεόδωρος και με έστειλε ο Κύριος να σας βοηθήσω στη δύσκολη αυτή στιγμή.
Αμέσως κατόπιν ο Πατριάρχης συγκέντρωσε τον πιστό λαόν του Χριστού, τους φανέρωσε τα διατρέξαντα λεπτομερώς. Οι Χριστιανοί αφού τα άκουσαν αυτά τρώγανε
κόλλυβα και έμειναν τα μολυσμένα τρόφιμα της αγοράς, μέχρις ότου αναγκάσθηκαν να τα αποσύρουν.
Οι Χριστιανοί από τη χαρά τους ευχαρίστησαν τον Θεό και τον καλλίνικο Μάρτυρα Θεόδωρο.
Το θαύμα αυτό των κολλύβων το εορτάζει η αγία μας Εκκλησία το πρώτον Σάββατον της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, το λεγόμενον Ψυχοσάββατον. Τότε τελείται και η
μνήμη του Αγίου Θεοδώρου.
Όλα τα σπίτια των Χριστιανών κάμνουν κόλλυβα και τα πηγαίνουν εις τους ναούς, χάριν των κεκοιμημένων. Την ημέραν αυτήν γίνεται επίσκεψις και εις τα κοιμητήρια,
όπου προσφέρονται υπό των οικογενειών κόλλυβα. Εις πολλά μέρη γίνεται υπό της Εκκλησίας δίσκος με κόλλυβα για κείνους, που πέθαναν χωρίς κληρονόμους και
δεν έχουν ποίος να τους μνημονεύσει καθώς και για κείνους, που σκοτώθηκαν στον πόλεμο ή χάθηκαν μακρυά στην ξενητειά.
πηγη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου