Του πρωτ. π. Παναγιώτη Δ. Ρούβαλη
Ένα γεγονός δραματικό και πολύ διδακτικό μας διηγείται, αγαπητοί, το σημερινόν ευαγγελικόν Ανάγνωσμα(Κυριακή ΙΒ΄ Λουκά). Καθώς ο Ιησούς εισήρχετο μιαν ημέρα εις ένα χωρίον άκουσε φωνές σπαρακτικές «Ιησού ελέησέ μας και θεράπευσέ μας»….
Ήταν δέκα λεπροί που τους έχιαν απομονώνσει και ζούσαν εκεί έρημοι, πληγιασμένοι, με πόνους φρικτούς, χωρίς ελπίδα σωτηρίας. Ο Κύριος τους ευσπλαχνίσθηκε και τους είπε να πάνε στους ιερείς για να δείξουν το σώμα των, ώστε να πιστοποιηθεί η θεραπεία των. Πλημμυρισμένοι από ευτυχίαν ξεκίνησαν προς το χωριό, οπότε είδαν με κατάπληξιν, ότι καθ’ οδον όλοι των είχαν τελείως θεραπευθεί.
Ένας εξ αυτών ήτο Σαμαρείτης. Μόλις αισθάνθηκε ότι έγινε καλά, θεώρησε καθήκον του να γυρίσει πίσω. Επλησίασε τον Χριστόν, τον Σωτήρα του, έπεσε στα πόδια Του και με μεγάλη φωνή δοξολογούσε τον Θεόν και ευχαριστούσε τον Κύριον δια τη θεραπεία του. Ο Χριστός τον κοίταξε με αγάπη και του είπε: «Μόνον εσύ εθεραπεύθεις; και αφού όλοι έγιναν καλά, γιατί και οι άλλοι δεν αισθάνθηκαν την ανάγκη να επιστρέψουν και να δοξολογήσουν τον Θεόν δια την σωτηρίαν των; Μόνον εσύ το εσκέφθηκες; Πήγαινε τώρα στο καλό. Η πίστη σου θα σε οδηγήσει και στη θεραπεία της ψυχής σου»
Το συμβάν αυτό αδελφοί μου, μας δίδει αφορμή να σκεφθούμε βαθύτερα και κάποια ιδικά μας καθήκοντα.
κανένα στόμα δεν είναι δυνατόν να διηγηθεί, όσον πρέπει τις δωρεές και τις ευεργεσίες που κάμνει ο Θεός στον άνθρωπο. Είμεθα κυριολεκτικά βυθισμένοι μέσα στο πέλαγος της αγάπης Του και της στοργής Του.
Να αναφέρω μερικές περιπτώσεις;
Ποιος μας έδωσε την ζωήν; Ποιος μας χάρισε την ψυχήν; Μέσα σε αυτή την υλική κτίση που έχει ψυχήν αθάνατον, λογικήν ελευθέραν, είναι ο άνθρωπος. Ανώτερος από όλα τα άλλα κτίσματα. Βασιλεύει και κυριαρχεί. Ποιος φροντίζει για τη συντήρησή μας; Ποιος στέλνει τον ήλιο για να αναζωογονήσει τα πάντα, το νερό για να ποτίσει τα χωράφια και το χιόνι για να γεμίσει τις δεξαμενές της ζωής; Ποιος μας σκεπάζει με το παντοδύναμο χέρι Του και μας προστατεύει από κινδύνους και απειλες; Ποιος μας δίδει τους γονείς και την οικογενειακή θαλπωρή; Ποιος μας έδωσε το αληθινόν φως, την χριστιανικήν πίστην, ώστε οι άνθρωποι να γνωρίζουν ποιο δρόμο πρέπει να ακολουθήσουν στη ζωή των; Ποιος μας χάρισε τη σωτηρία των ψυχών μας και έστησε έναν σταυρό για να είναι το λιμάνι της γαλήνης; Ποιος μας ετοίμασε τον Παράδεισο για να είμεθα αιωνίως ευτυχισμένοι με΄σα στο φως και στη μακαριότητα; Για αυτό ερωτά και ο Απόστολος Παύλος «τι έχεις άνθρωπε; Ο ουκ έλαβες; Ει δε και έλαβες τι καυχάσαι ως μη λαβών;» δηλαδή, «ποιο χάρισμα έχεις το οποίον δεν έλαβες από τον Θεόν; Εάν δε κάθε τι που έχεις το έλαβες από το Θεόν, γιατί καυχάσαι σαν να μην έλαβες τίποτε;;;»
Αλλά ο Θεός μας τα δίνει όλα. Τόσα λοιπόν, πράγματα μας δίνει ο Θεός και εμείς; Ποια είναι η στάση η δική μας; Οι μεν δείχνουν αδιαφορία και ψυχρότητα απέναντι του Θεού. Δεν αισθάνονται την ανάγκη να πάνε στην εκκλησία την Κυριακήν και να ευχαριστήσουν εκεί οικογενειακώς τον Θεόν για τις δωρεές Του που μας εχάρισε μέχρι τώρα.
Τελεία αδιαφορία σε όλα. Και το δυστύχημα είναι ότι τα βλέπουν τα παιδιά και μιμούνται τέτοιους γονείς.
Άλλοι προχωρούν ακόμη περισσότερο. Γίνονται εχθροί του Θεού και της εκκλησίας. Πιστεύουν σε αθεϊστικές θεωρίες και αρνούνται τον Θεόν και την χριστιανική πίστη. Και επηρεάζουν και άλλους και γίνονται δολοφόνοι των ψυχών των συνανρθώπων τους.
Άλλοι πάλι όταν είναι υγιείς και ευτυχείς φαίνονται καλοί. Όταν όμως συμβεί να αρρωστήσουν ή να δεχθούν κάποιο άλλο χτύπημα λησμονούν τις άπειρες δωρεές του Θεού και καταφέρονται εναντίον Του και γίνονται σκληροί και αχάριστοι. Και λησμονούν ότι και από τον πόνο κάτι καλό θα βγει. Διότι, και εκεί βλέπει κανείς τη αγάπη και τη σοφία του Θεού. Και το δικό μας το χρέος ποιο είναι; Να μη φανούμε αχάριστοι. Η ευγνωμοσύνη μας προς το Θεό ας είναι διαρκής, θερμή, ολόψυχος.
Η ευγνωμοσύνη είναι το άρωμα της καρδιάς που ξεχύνεται μπροστά στο σταυρό του Χριστού. Είναι το ιερό σκίρτημα που δοκιμάζει η ύπαρξης καθώς ατενίζει τον Θεόν. Τον μεγαλύτερον ευεργέτην του ανθρώπου. Για αυτό όσο η ευγνωμοσύνη αποδεικνέυει τον ψυχικόν μεγαλείον του ανθρώπου, τόσο η αγνωμοσύνη διακηρύττει την ψυχικήν φτώχεια και στηρότητά του.
Βεβαίως, ο Θεός δεν έχει ανάγκη της ευγνωμοσύνης μας. Δεν Του προσθέτουμε τίποτε με τις ευχαριστίες μας. Είναι δοξασμένος απείρως μέσα εις το πάμφωτον βασίλειον της αιωνιότητος. Αν ζητεί να είμεθα ευγνώμονες, είναι διότι δεν θέλει να μας κατέχει η λέπρα «αχαριστία», αλλά να υπάρχει μέσα μας το πανεύοσμο λουλούδι «ευγνωμοσύνη» που τόσο σπάνια φυτρώνει δυστυχώς στην ανθρώπινη ψυχή.
Όλα αδελφοί δοξολογούν και ευγνωμονούν τον Θεόν. Τα πουλιά με το κελάδημά των τα έντομα με τον βόμβον των, το ρυάκι με το κελάρισμά του, η αύρα με τον ψίθυρόν της, οι άγγελοι με τους ύμνους των. Όλη η κτίσης μέρα και νύχτα δοξολογεί τον Θεόν. Και μόνον ο άνθρωπος δυσκολεύεται να υψώσει τα μάτια του προς τα άνω και να πει «ευχαριστώ» Μόνον ο άνθρωπος, τον οποίον έσωσε ο Χριστός από τον θάνατο. Και εκείνος τι έκανε; Εκείνος τον πότισε με τον σπόγγο της αχαριστίας «αντί ύδατος, όξος». Εκείνος του εβύθισε τα καρφιά και τη λόγχη της αχαριστίας, στο Σταυρό.
Να ευχηθούμε αδελφοί μου και εμείς, να μην μας αξιώσει ο Θεός να κρατούμε καρφί αχαριστίας για τον Σωτήρα μας. Ας είναι η δοξολογία μας και η ευγνωμοσύνη μας απέραντη, αιώνια και ολόθερμη. Αμήν
ΠΗΓΗ: http://www.pentapostagma.gr/2012/01/blog-post_19.html#ixzz1jtIAhVXF
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου