LISTEN LIVE - Media Player

avatar
ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΑ ΤΡΙΑΔΑ

Τετάρτη 1 Φεβρουαρίου 2012

ΠΕΡΙΣΠΟΥΔΑΣΤΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΑ ΜΝΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΚΥΘΗΡΩΝ ΚΑΙ ΑΝΤΙΚΥΘΗΡΩΝ

Παναγία Μυρτιδιώτισσα (19ος αἰ.)


Τό συγκρότημα τῆς Μονῆς Μυρτιδίων ἀποτελεῖται ἀπό α) τό Καθολικό στό κέντρο πού ἀνήκει στόν τύπο της τρίκλιτης βα­σιλικῆς μέ ὑπερυψωμένο τό κεντρικό κλίτος, νάρθηκα καί ὑπερῷο (γυναικωνίτης), στό κατώτερο επίπεδο τοῦ ὁποίου βρί­σκεται ὁ ἀρχικός Ναός τῆς Παναγίας, β) Κελλιά πού διατάσσο­νται βόρεια καί νότια τοῦ Καθολικοῦ, στά ὁποῖα φιλοξενοῦνται κυρίως πιστοί γιά τή νηστεία τῶν πρώτων 15 ἡμερῶν τοῦ Αὐγού­στου (δεκαπεντισμός), γ) Κωδωνοστάσιο στά ΒΑ τοῦ Καθολικοῦ, ἀπό πωρόλιθο, συνολικοῦ ὕψους 26μ., μέ ἐντυπωσιακούς τοξο­ειδεῖς σχηματισμούς στά μέτωπα τῶν τεσσάρων ὀρόφων, δ) Ναΐδιον τῆς Ἁγίας Τριάδος, μονόχωρο καμαροσκεπές, μεταβυ­ζαντινῶν χρό­νων.

Ὁ ἀρχικός Ναός τῆς Παναγίας ἔχει προσαρμοσθῆ στή φυσική διαμόρφωση βρα­χώδους ἀνοίγμα­τος στό ὁποῖο ὑπάρχει ἀβαθής κόγχη στά βόρεια γιά τή φιλοξενία τῆς εἰκόνας τῆς Παναγίας Μυρτιδιώτισσας, χῶρος πού ὑπομνηματίζει στήν εὕρε­σή της. Σήμερα στό παλαιό Καθολικό ὑπάρχει εἰκόνα τῆς Πανα­γίας Μυρτιδιώτισσας, μέ ἀργυρή ἐπένδυση καί ἐπιγραφή: Διά σπουδῆς καί δαπάνης CΚ CΚ + Χ Ἱερομόναχου καί ἡγουμένου Καλούτζη, ποίημα Θεοφίλη Σπιθάκη.

Τό νεώτερο Καθολικό στή μορφή πού διατηρεῖται σήμερα κτί­στηκε ἀπό τόν ἡγούμενο Ἀγαθάγγελο Καλλίγερο στά μέσα τοῦ 19ου αἰώνα. Ἀνήκει στόν τύπο τῆς τρίκλιτης βασιλικῆς, μέ μαρ­μάρινο τέμπλο καί επιγραφή πού μᾶς πληροφορεῖ ὅτι τό φιλοτέ­χνησαν καλλιτέχνες ἀπό τήν Τῆνο, τό ἔτος 1856. Ἐντυπωσιακό εἶναι τό κωδωνοστάσιο κτισμένο ἐξ ὁλοκλήρου ἀπό πωρόλιθο τό ὁποῖο διακοσμήθηκε ἀπό τόν Κυθήριο καλλιτέχνη Νικόλαο Φατσέα (Φουριάρη) τό 1888. Κελλιά διατάσσονται βόρεια και νότια τοῦ Καθολικοῦ διά τούς εὐλα­βεῖς προσκυνητάς.
Ἡ παράδοση ἀφηγεῖται τήν εὕρεση τῆς εἰκόνας τό 1160 ἤ τόν 15ο αἰώνα, στήν περιοχή τῆς σημερινῆς Μονῆς ἀπό ἕνα βοσκό, σκηνή ἡ ὁποία ἐνσωματώθηκε στήν κατώτερη ζώνη τοῦ ἐνδύμα­τος τῆς εἰκόνας πού φιλοτεχνήθηκε ἀπό τό Νικόλαο Θεόφιλο Σπιθάκη τό 1837 Μρ 12, ὅπως πληροφορούμεθα ἀπό τήν χα­ραγμένη στό ἔνδυμα ἐπιγραφή.



Ἁγία Μόνη (19ος αἰ.)



Ὅπως μᾶς πληροφορεῖ ἐπιγραφή στό δυτικό ὑπέρθυρο τοῦ Καθολικοῦ τῆς Μονῆς: «Ἤρξατο ἡ ἀνακαίνισις τοῦ ἱεροῦ Ναοῦ τῆς Ἁγίας Μόνης κατά τό ἔτος 1840 δι' ἐπιμελείας καί διευθύν­σεως τοῦ Πανιερωτάτου Ἐπισκόπου Προκοπίου Καλλονᾶ». Ἡ ἀνακαίνιση τῆς Μονῆς συνδέεται μέ τάμα τοῦ Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, ὁ ὁποῖος βρέθηκε πρίν ἀπό τήν ἔναρξη τῆς Ἐπανάστασης στό χῶρο τής Μονῆς. Στό ἐσωτερικό τοῦ Ναοῦ ἐπιγραφή μᾶς ἐνημερώνει γιά τή φροντίδα τῆς Μονῆς στή μορφή πού βλέ­πουμε σήμερα, τό 1868. Στό χῶρο τῆς Μονῆς ἐντοπίζονται κατάλοιπα προγενέστερων κτισμάτων (πιθανῶς 17ου αἰώνα). Στή Μονή φυλάσσεται εἰκόνα τῆς Παναγίας μέ ἀργυρό ἔνδυμα, σέ μαρμάρινο εἰκονοστάσιο. Στό ἔνδυμα εἶναι χαραγμένη ἡ προσωνυμία τῆς Θεοτόκου «Ἡ Μόνη Πάντων Ἐλπίς». Τό τέμπλο τοῦ ναοῦ εἶναι ξυλόγλυπτο μέ τήν ἐπιγραφή: «Χειρί Ἰωάννου Ἀργύρη 1841 Ἰούλιος».




Ὅσιος Θεόδωρος (13ος αἰ.)


Ὁ Ὅσιος Θεόδωρος, Προστάτης τῶν Κυθήρων, σύμφωνα μέ τό βίο του, γεννήθηκε στήν Κορώνη μεταξύ τῶν ἐτῶν 870-890. Μεγάλωσε καί σπούδασε στό Ναύπλιο, ὅπου παντρεύτηκε καί ἀπέκτησε δύο παιδιά. Ή ἐπιθυμία του νά ­μονάσει τόν ἔφερε στή Ρώμη καί κατόπιν στή Μονεμβασία, ὅπου κλείστηκε σ' ἕνα κελλί τῆς ἐκκλησίας τῆς Θεοτόκου τῆς Διακονίας. Ἀπό ἐκεῖ ἦρθε στά Κύθηρα περί τό 921, ὅταν ἡ νῆσος ἦταν «ἔρημος καί ἀοίκητος» λόγῳ τῶν ἐπιδρομῶν τῶν Σαρακηνῶν τῆς Κρήτης καί ἐμόνασε στόν παλαιό χριστιανι­κό Ναό τῶν ἁγίων Σεργίου καί Βάκχου. Τό 922, στίς 12 Μαΐου ό Ὅσιος Θεόδωρος ἀπέθανε καί λίγο καιρό μετά τό θάνατό του ναῦτες περαστικοί ἀπό τά Κύθηρα βρῆκαν ἄθικτο τό λείψανό του. Τρία χρόνια ἀργότερα, τό 925, Μονεμβασιῶτες ἔθαψαν τό λείψανο τοῦ ἁγίου. Ἡ παλιά ἐκκλησία τῶν ἁγίων Σεργίου καί Βάκχου ξαναχτίστηκε ἀπό Μονεμβασιῶτες καί ἀφιερώθηκε στόν Ὅσιο Θεόδωρο. Μέ τήν πάροδο τοῦ χρόνου δημιουργήθηκε μοναστήρι, τό ὁποῖο ἀπέκτησε περιουσία, τήν ὁποία καλλιεργοῦσαν οἱ ἱερωμένοι, κοσμικοί καί μο­ναχοί.

Τό χρονικό τοῦ Κυθήριου μονάχου Χειλᾶ ἀποτελεῖ πολυτι­μότατη πηγή γιά τήν ἱστορία τοῦ μοναστηριοῦ. Εἶναι μιά ἔκθεση­ - ἀναφορά πρός τούς Βενιέρους, ἡ ὁποία ἐγράφη περί τό 1460.


Γύρω στά 1630 ὁ Ἐπίσκοπος Κυθήρων Ἀθανάσιος Βαλεριανός ἀνακαίνισε τό Ναό τοῦ Ὁσίου, στόν ὁποῖο ἔγιναν διάφορες μετατροπές καί προσθῆκες.


Ἁγία Ἐλέσα (19ος αἰ.)

Στή θέση τῶν ἐρειπίων παλαιότερου Ναοῦ ἔχει ἀνεγερθεῖ ὁ νεώτερος μονόχωρος μεγάλων διαστάσεων Ναός τῆς Ἁγίας Ἐλέσας τό 1871, ἐνῶ νεώτερα κελλιά κτίσθηκαν στά βόρεια. Στά ΒΔ κατασκευάστηκε τό τριώροφο κωδωνοστάσιο. Στό νότιο τοῖχο τοῦ Ναοῦ ἀποδίδεται σύγχρονη παράσταση μέ κεντρικό θέμα τήν Ἁγία Ἐλέσα, σέ προτομή­ περιβαλλόμενη ἀπό δώδεκα σκηνές τοῦ βίου καί τοῦ μαρτυ­ρίου της.


Στά νοτιοδυτικά τοῦ ναοῦ σημειώνεται ἡ θέση τοῦ δέντρου ὅπου κρέμασε ὁ πατέρας της τήν Ἁγία.


Ἡ μνήμη της ἑορτάζεται στά Κύθηρα τήν 1η Αὐγούστου. Εἶναι τοπική Ἁγία.

Ἅγιος Ἰωάννης ὁ ἐν Κρημνῷ (17ος αἰ.)

Σέ ὕψος περίπου 60 μ. καί ἀνεβαίνοντας 12 σκαλιά, φτά­νουμε στή θύρα εἰσόδου τοῦ συγκροτήματος, ὅπου ἐντο­πίζουμε τήν ἐπιγραφή ἀνακαίνισης τῆς Μονῆς ἀπό κάποιο μοναχό Ἰωαννίκιο Σανίνου τό 1725. Μέσω λίθινης σκάλας μπαίνουμε σέ καμαροσκεπή στοά μήκους 6 μ. καί ὕψους 2 μ. ἐπάνω ἀπό τήν ὁποία εἶχε κτισθεῖ ξενώνας, πού χωριζόταν σέ δύο αἴθουσες (κελλιά) καί ἕνα μαγειρεῖο. Ἐπάνω ἀπό τήν ἔξοδο τῆς στοᾶς ὑπάρχει ἄλλη ἐπιγραφή δυσανάγνωστη πού διασώζει τό «ἐκ βάθρων» καί ση­μαίνει τήν πρώτη ἀνέ­γερση. Σύμφωνα μέ τήν προφορική παράδοση ὁ ἀρχικός ξενώ­νας κτίσθηκε γύρω στό 1600 καί διέθετε 5-6 μοναχούς. Σέ ἐπαφή μέ τόν ξενώνα ὑπάρχει μικρή δεξαμενή­ (στέρνα). Συνεχίζοντας τήν ἀνάβαση βρισκόμαστε μπροστά σέ μικρό σπήλαιο. Δεξιά διακρίνονται στή ρίζα τοῦ κρημνοῦ θεμέλια κτίσματος, πιθανόν ἀπό τόν παλαιότερο ναό τοῦ Ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Προδρόμου.


Σέ συναξάριο τοῦ 1857 ὑπάρχει ή ἐπιγραφή πού ἀναφέρει ὅτι στό Σπήλαιο αὐτό ἐμπνεύσθηκε ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολό­γος τήν Ἀποκάλυψη καί ἀναφέρεται ὅτι στή Μονή ἑορταζόταν ἡ Γέννηση τοῦ Προδρόμου.


Ἅγιοι Ἀνάργυροι (19ος καί 17ος αἰ.)
στό Ξερουλάκι

Τό προσκύνημα τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων στή θέση Ξερουλάκι, βρίσκεται στά ἀνατολικά παλαιότερου μοναστηριοῦ, καί σύμφωνα μέ τήν ὑπάρχουσα ἐπιγραφή στό ὑπέρθυρο τοῦ περιβόλου κτίσθηκε τό ἔτος 1825.


Ὁ περίβολος τῆς Μονῆς συνδέεται μέ τήν παλαιότερη φάση τοῦ μνημείου, ἀπό τήν ὁποία διακρίνονται ἐρείπια κελλιῶν, τοῦ παλαιοῦ καθολικοῦ νοτιότερα τοῦ σημερινοῦ, ἡ δυτική­ πλευρά τοῦ θόλου μέ δύο θύρες καί ἀνατολικά ἐρείπια κόγχης. Σώζονται ἐξάλλου ἐρείπια πύργου μέ τίς πολεμίστρες του.


Σύμφωνα μέ κληρονομική διάταξη στό μοναστήρι ἐφημερεύει ὁ ἑκάστοτε ἱερέας τῆς οἰκογένειας Μεγαλοκονόμου ἤ Μεταξά, τῆς ὁποίας ἀποτελεῖ καί ἰδιοκτησία.


Σέ εἰκονοστάσιο στό κεντρικό κλίτος τοῦ νεώτερου Ναοῦ ­φυλάσσεται εἰκόνα τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων, μέ ἀργυρή ἐπένδυση, σέ ἀπόδοση τοῦ 19ου αἰώνα.


Παναγία Ὀρφανή Μυλοποτάμου


Τό προσκύνημα βρίσκεται τρία χιλιόμετρα ΒΔ τοῦ Μυλοποτάμου, μέσα σέ κατάφυτο τοπίο ἀπό κέδρους, σχίνα καί πρίνα. Διαθέτει Ναό ἐνταγμένο μέσα σέ σπήλαιο μήκους 8μ. καί πλάτους 7μ. καί κελλιά ἐκτός αὐτοῦ στά ΒΔ. Ἀπό τήν παράδοση συνδέεται μέ τήν οἰκογένεια τοῦ Ἰωάννη Δαρμάρου.


Στό δυτικό μέρος τοῦ σπηλαίου ὑπάρχει ἐπιμήκης, χαμηλή προέκταση μέ ἴχνη Ἁγίας Τράπεζας, ὅπου παλαιότερα λειτουργοῦσε ὁ ἱερέας. Στό χῶρο αὐτό βρέθηκε τό εἰκονίδιο τῆς Παναγίας Ἐλεούσας, μέ τήν ἐπωνυμία Ὀρφανή. Σήμερα ἡ Εὕρεση αὐτή εἶναι ἐγκαταλελειμμένη.


Τό εἰκονίδιο φέρει ἀργυρή ἐπένδυση καί βρίσκεται στό Ναό καθώς καί ἡ μεγάλη εἰκόνα τῆς Παναγίας Ἐλεούσας, Ὀρφανῆς, μέ ἀργυρή ἐπένδυση πού φιλοτεχνήθηκε ἀπό τό Νικόλαο Θεοφίλου Σπιθάκη τό 1837.


Τό Ἅγιο Βῆμα εἶναι τρισυπόστατο, μέ τό καθολικό στό μέσον τής Θεοτόκου, τοῦ Ἁγίου Γεωργίου ἀριστερά καί τῶν τριῶν Ἁγίων προστατῶν τής Ἑπτανήσου Σπυρίδωνος, Διονυσίου καί Γερασίμου δεξιά.


Τό Προσκύνημα διαθέτει πέντε κελλιά, τό ἕνα ἀπό τά ὁποῖα εἶναι ξενώνας καί μία τραπεζαρία.


Ἡ μνήμη τῆς Παναγίας Ὀρφανῆς ἑορτάζεται στίς 15 Αυγούστου.


Παναγία Μυρτιδιώτισσα καί Παναγία Ὀρφανή
στό Κάστρο Χώρας

Ἡ μεγάλη ἐκκλησία τοῦ 1580, ἀρχικά ἦταν καθολική, «ἡ Παναγία τῶν Λατίνων». Ἀργότερα τό 1806 ἐγκαινιάσθη σάν ὀρθόδοξη ἐπ' ὀνόματι τῆς Μυρτιδιωτίσσης. Δίπλα εἶναι ἡ «Παναγία Ὀρφανή» τῆς οἰκογενείας Καλλονᾶ, στήν ὁποία φυλάσσονταν ἡ εἰκόνα καί τά κειμήλια τῆς Μονῆς Ἀγκαράθου τοῦ Ἡρακλείου τῆς Κρήτης ἐπί 300 χρό­νια, ἀφότου ἡ Κρήτη ἔπεσε στά χέρια τῶν Τούρκων. Στήν ἐκκλησία τῆς Μυρτιδιωτίσσης φυλασσόταν ἡ εἰκόνα της 2 αἰῶνες περίπου, γιά τό φόβο τῶν πειρατῶν. Ἀπό τό 1842 ἡ εἰκόνα ἐπέστρεψε στό προσκύνημα τῶν Μυρτιδίων καί στό Κάστρο ἔμεινε ἕνα ἀντίγραφο τοῦ 1844.

Ἅγιος Μύρων στά Ἀντικύθηρα



Ἡ παράδοση καί οἱ ἐλάχιστες γραπτές πηγές τοποθετοῦν τήν εὕρεση τῆς εἰκόνας τοῦ Ἁγίου στά Ἀντικύθηρα ἀπό Κρῆτες κυνηγούς στά τέλη τοῦ 18ου αἰώνα, καί ἐνῶ τό νησί ἦταν ἀκόμα ἔρημο ἀπό κατοίκους. Τό 1780 πολλοί κάτοικοι τῆς Κισάμου καί τῶν Σφακίων ἐποικίζουν τό νησί καί ὁ Ναός τοῦ Ἁγίου ἀποτελεῖ κτίσμα τῆς ἴδιας περιό­δου.


Ὁ Πολιοῦχος τῶν Ἀντικυ­θήρων Ἅγιος Μύρων μαρτύρησε ἐπί Δεκίου τό 251 μ.Χ., ἦταν Πρεσβύτερος στήν Κόρινθο καί ἡ μνήμη του ἑορτάζεται μέ λαμπρότητα στίς 17 Αυγούστου, ἀποτε­λεῖ δέν ἐντελῶς ξεχωριστό πρόσωπο ἀπό τόν Ἅγιο Μύρωνα τῆς Κρήτης πού ἦταν Ἐπίσκοπος.

Ἅγιος Παντελεήμων
στήν Παλαιόπολη

Ὁ μικρός μονόχωρος σήμερα Ναός τοῦ Ἁγ. Παντελεήμονα διασώζει ἁψίδα παλαιοχριστιανικῆς βασιλικῆς, εἶναι καμαροσκεπής, μέ μεταγενέστερες ἀντηρίδες στή νότια πλευρά. Στήν παρούσα φάση πραγματοποιοῦνται ἐργασίες ἄμεσων μέτρων προστασίας ἀπό τήν 1η Ἐφορεία Βυζαντινῶν Ἀρχαιοτήτων.


Ἅγιος Γεώργιος τοῦ Βουνοῦ

Συγκρότημα πού ἀποτελεῖται ἀπό δυό Ναούς. Ὁ ἀνατολικός Ναός ἀπό τήν παράδοση εἶναι ἀφιερωμένος στόν Ἅγ. Γεώργιο, εἶναι μονόχωρος καί πατάει σέ ψηφιδωτό δάπεδο πού ἔχει χρονολογηθεῖ στόν 7ο αἰώνα καί ἀποδίδει σκηνή κυνηγιοῦ. Ὁ δυτικός μονόχωρος τρουλαῖος Ναός, κυθηραϊκοῦ τύπου, εἶναι ἀφιερωμένος στήν Παναγία Μυρτιδιώτισσα καί τόν Ἅγ. Νικόλαο (δισυπόστατος Ναός).


Στό πρανές τοῦ λόφου ἐντοπίστηκε καί ἀποκαλύφθηκε ἱερό κορυφῆς προϊστορικῶν χρόνων.

Ἅγιος Ἀνδρέας στό Λιβάδι (13ος αἰ.)

Ὁ ἀξιόλογος Ναός τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέα ἀνήκει στόν τύπο τοῦ ἐγγεγραμμένου σταυροειδοῦς, μεταβατικοῦ, μέ τροῦλο. Διασώζει τοιχογραφίες δυό βυζαντινῶν στρωμάτων (10ος-13ος), μέ ἰδιαίτερα ὑψηλῆς ποιότητας τό ἀποσπασματικά σωζόμενο δεύτερο στρῶμα τοῦ 13ου αἰώνα. Στό Ναό πραγματοποιοῦνται ἐργασίες ἀποκατάστασης μέ τή συνεργασία τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως­ Κυθήρων καί τοῦ Ὑπουργείου Πολιτισμοῦ.

Ἅγιος Δημήτριος στό Ποῦρκο

Σύμπλεγμα τεσσάρων Ναῶν πού μεταξύ τους διαμορφώνουν τετράπλευρο, μέ μιά πόρτα εἰσόδου ἀπό τά δυτικά. Ὁ νότιος Ναός εἶναι ἀφιερωμένος στόν Ἅγ. Δημήτριο, ὁ ­βορειοανατολικός στήν Παναγία. Ὁ βόρειος στόν Ἅγ. Νικόλαο καί ὁ νοτιοδυτικός στόν Ἀρχάγγελο Μιχαήλ ἤ στόν Ἅγ. Βασίλειο, σύμφωνα μέ τήν παράδοση. Διασώζει ἱδρυτική ἐπιγραφή τοῦ 13ου αἰώνα, μέ τό ὄνομα τοῦ ζωγράφου Δημητρίου, ἀρχιδιακόνου ἀπό τή Μονεμβασία καί τοιχογραφίες πού χρονολογοῦνται ἀπό τόν 13ο μέχρι τόν 18ο αἰώνα.


Ἅγιος Πέτρος στούς Ἀραίους (13ος αἰ.)

Ἐγγεγραμμένος σταυροειδής μέ ὀκταγωνικό τροῦλο Ναός, χωρίς νάρθηκα, 13ου αἰώνα. Διασώζει στρῶμα βυζαντινῶν καί μεταβυζαντινῶν τοιχογραφιῶν. Στό μνημεῖο ἔχουν πραγματοποιηθεῖ ἐργασίες στερέωσης τῶν τοιχογραφιῶν καί ἀποκατάστασης ἀπό τήν 1η Ἐφορεία Βυζαντινῶν Ἀρχαιοτήτων.

Ἁγία Βαρβάρα Παλαιοχώρας (13ος αἱ.)

Ὁ ἐγγεγραμμένος σταυροειδής μέ τροῦλο Ναός, χωρίς τοιχογραφίες, δεσπόζει στή βυζαντινή καστροπολιτεία τοῦ Ἁγ. Δημητρίου στήν Παλαιόχωρα καί ξεχω­ρίζει γιά τίς ραδινές ἀναλογίες, τόν ὑψηλό ὀκταγωνικό τροῦλο καί τή χαρακτηριστική στέγαση μέ τόν τοπικῆς προέλευσης σχιστόλιθο (χελόπλακα).

Ἐσταυρωμένος στή Χώρα (17ος αἰ.)
Μητροπολιτικός Ναός

Ὁ Ναός τοῦ Ἐσταυρωμένου χτίστηκε περί τό 1660 ἀπό τόν Ἐπίσκοπο Κυθήρων Φιλόθεο Δαρμάρο. Ἀπό γραπτή μαρτυρία τοῦ 1560, φαίνεται ὅτι προϋπῆρχε ναός τοῦ Ἐσταυ­ρωμένου. Στήν εἴσοδο τοῦ Ναοῦ ὑπάρχει ἐντοιχισμένη κτητορική ἐπιγραφή μέ τό οἰκόσημο τῆς οἰκογενείας Δαρμάρου. Ὁ ἴδιος Ἐπίσκοπος Φιλόθεος ἔχτισε καί τήν Παναγία τή Μυρτιδιώτισσα στή Μονεμβασία. Ἐντός τοῦ Ναοῦ καί στό προαύλιο ἐθάπτοντο τά μέλη τῆς οἰκογενείας Δαρμάρου, οἱ ὁποῖοι εἶχαν τό jus patronato τοῦ Ναοῦ, καθώς καί οἱ λοιποί ἐνορίτες, μεταξύ τῶν ὁποίων καί πολλοί πρόσφυγες ἀπό τήν Κρήτη καί τό Μοριά.
Ὁ Ναός εἶναι καθιερωμένος στή Σταύρωση καί ἡ ἡμέρα τοῦ Ναοῦ εἶναι ἡ Μ. Παρασκευή μέ τό ἀπολυτίκιο «Ἐξηγόρασας ἡμᾶς ἐκ τῆς κατάρας τοῦ νόμου...». Κατά τή διάρκεια τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς ὁ Ναός φιλοξενεῖ, σύμφωνα μέ ἕνα παλαιότατο ἔθιμο τήν εἰκόνα τῆς Μυρτιδιωτίσσης, ἡ ὁποία εἶναι τό πολυτιμότερο κειμήλιο τῶν Κυθηρίων. Ἡ εἰκόνα παραμέ­νει στό Ναό μέχρι τή Δευτέρα τῆς Διακαινησίμου καί τοποθετεῖται στό ­περίτεχνο προσκυνητάρι της, ἔργο Ζακυνθίου καλλιτέχνη κατά τό 1806.

http://www.imkythiron.gr/mnimeia/ekklisiastika-mnimeia/perispoudasta.html


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

LinkWithin

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

Αρχειοθήκη ιστολογίου