Ο Άγιος Μώκιος ο Ιερομάρτυρας και Ανάργυρος τιμάται στις 11 Μαΐου
Φως, μέσα στο ειδωλολατρικό σκοτάδι της Ρώμης, ήταν ο Ευφράτιος και η Ευσταθία (επί Διοκλητιανού 284 - 304 μ.Χ.). Οι ευσεβείς αυτοί γονείς μεταλαμπάδευσαν το φως αυτό
του Ευαγγελίου και στο γιο τους Μώκιο. Γι' αυτό από μικρή ακόμα ηλικία, ο Μώκιος είχε μεγάλο πόθο να υπηρετήσει την Εκκλησία. Και ο Θεός τον αξίωσε να εκπληρώσει τον Ιερό
αυτό πόθο του.
Αφού σπούδασε με ιδιαίτερη επιμέλεια τα Ιερά γράμματα και καταρτίσθηκε όπως έπρεπε στη γνώση και μετάδοση των θρησκευτικών αληθειών, σε κατάλληλη ηλικία έγινε
κληρικός. Αργότερα, οι άριστες υπηρεσίες του στην Εκκλησία τον ανέβασαν στο αξίωμα του επισκόπου Αμφιπόλεως (Θράκης) όταν ως αυτοκράτορας βασίλευε ο Διοκλητιανός
και ανθύπατος της περιοχής ήταν ο Λαόδικος.
Ως πρεσβύτερος ο Μώκιος είχε αφοσιωθεί στη χριστιανική διδασκαλία, παροτρύνοντας τους πάντες να απέχουν από την πλάνη των ειδώλων, ενώ και ως ανάργυρος ιατρός
παρείχε τις πολύτιμες υπηρεσίες της τέχνης του στους πάσχοντες και πένητες.
Ο ένθεος ζήλος του τον οδήγησε σε μια τολμηρή πράξη: Μια μέρα που ο ανθύπατος πρόσφερε θυσία στο Διόνυσο, με την παρουσία πολλών ειδωλολατρών, ο Μώκιος ανέτρεψε
το βωμό. Όπως ήταν φυσικό συνελήφθη αμέσως και με θάρρος ομολόγησε πίστη στο Χριστό. Ακολούθησαν φρικτά βασανιστήρια, όπως: Κρέμασμα και καταξέσχιση των
κροτάφων, της σιαγόνας και των πλευρών του. Ρίξιμο του σε πυρωμένο με πίσσα, στουπιά και κληματίδες καμίνι, που οι φλόγες του υψώνονταν περίπου επτά πήχεις. Όμως
διαφυλάχτηκε από τον Θεό απείραχτος, όπως κάποτε οι τρεις Παόδες στην κάμινο. Όταν ο Μώκιος βγήκε αβλαβής από το καμίνι, οι φλόγες ξεπετάχτηκαν προς την πλευρά που
στεκόταν ο ανθύπατος και κατέκαψαν τον ίδιο μαζί με εννέα από τους άντρες της φρουράς του.
Ακολούθησε η φυλάκιση του Μωκίου και η ανάκριση του από τον επόμενο ανθύπατο, που λεγόταν Μάξιμος. Επειδή όμως όχι μόνο δεν αρνήθηκε αλλά και κήρυξε με παρρησία
το Χριστό, υποβλήθηκε στο μαρτύριο του διπλού τροχού. Και πάλι σώθηκε θαυματουργικά, ενώ ο λαός ζητούσε επίμονα την απελευθέρωση του. Έτσι ο Μάξιμος υποχρεώθηκε
να τον στείλει δέσμιο στον Φιλιππήσιο (Πείρινθο της Θράκης, μετέπειτα Ηράκλεια) και από εκεί στο Βυζάντιο (μετέπειτα Κωνσταντινούπολη), όπου τη δια ξίφους λαμβάνει
απόφασιν και την κεφαλήν αφαιρείται . Ετάφη ένα μίλι έξω από την πόλη, αλλά ο Μέγας Κωνσταντίνος ανήγειρε προς τιμήν του μεγαλοπρεπή ναό στην Κωνσταντινούπολη, όπου
εναπόθεσε και τα χαριτόβρυτα και ιαματικά λείψανα του αγίου ιερομάρτυρος Μωκίου. Στο ναό αυτόν γινόταν αυτοκρατορική προσέλευση κατά την Μεσοπεντηκοστή. Στο ναό,
επίσης, φυλασσόταν το ιερό λείψανο του Αγίου Σαμψών του Ξενοδόχου.
Στίχος
Μωκώμενόν σε δεισιδαίμονα πλάνην, Οἱ δυσσεβεῖς κτείνουσι Μώκιε ξίφει. Μώκιος ἑνδεκάτῃ κεφαλὴν τμήθη ἀγαθόφρων.
Φως, μέσα στο ειδωλολατρικό σκοτάδι της Ρώμης, ήταν ο Ευφράτιος και η Ευσταθία (επί Διοκλητιανού 284 - 304 μ.Χ.). Οι ευσεβείς αυτοί γονείς μεταλαμπάδευσαν το φως αυτό
του Ευαγγελίου και στο γιο τους Μώκιο. Γι' αυτό από μικρή ακόμα ηλικία, ο Μώκιος είχε μεγάλο πόθο να υπηρετήσει την Εκκλησία. Και ο Θεός τον αξίωσε να εκπληρώσει τον Ιερό
αυτό πόθο του.
Αφού σπούδασε με ιδιαίτερη επιμέλεια τα Ιερά γράμματα και καταρτίσθηκε όπως έπρεπε στη γνώση και μετάδοση των θρησκευτικών αληθειών, σε κατάλληλη ηλικία έγινε
κληρικός. Αργότερα, οι άριστες υπηρεσίες του στην Εκκλησία τον ανέβασαν στο αξίωμα του επισκόπου Αμφιπόλεως (Θράκης) όταν ως αυτοκράτορας βασίλευε ο Διοκλητιανός
και ανθύπατος της περιοχής ήταν ο Λαόδικος.
Ως πρεσβύτερος ο Μώκιος είχε αφοσιωθεί στη χριστιανική διδασκαλία, παροτρύνοντας τους πάντες να απέχουν από την πλάνη των ειδώλων, ενώ και ως ανάργυρος ιατρός
παρείχε τις πολύτιμες υπηρεσίες της τέχνης του στους πάσχοντες και πένητες.
Ο ένθεος ζήλος του τον οδήγησε σε μια τολμηρή πράξη: Μια μέρα που ο ανθύπατος πρόσφερε θυσία στο Διόνυσο, με την παρουσία πολλών ειδωλολατρών, ο Μώκιος ανέτρεψε
το βωμό. Όπως ήταν φυσικό συνελήφθη αμέσως και με θάρρος ομολόγησε πίστη στο Χριστό. Ακολούθησαν φρικτά βασανιστήρια, όπως: Κρέμασμα και καταξέσχιση των
κροτάφων, της σιαγόνας και των πλευρών του. Ρίξιμο του σε πυρωμένο με πίσσα, στουπιά και κληματίδες καμίνι, που οι φλόγες του υψώνονταν περίπου επτά πήχεις. Όμως
διαφυλάχτηκε από τον Θεό απείραχτος, όπως κάποτε οι τρεις Παόδες στην κάμινο. Όταν ο Μώκιος βγήκε αβλαβής από το καμίνι, οι φλόγες ξεπετάχτηκαν προς την πλευρά που
στεκόταν ο ανθύπατος και κατέκαψαν τον ίδιο μαζί με εννέα από τους άντρες της φρουράς του.
Ακολούθησε η φυλάκιση του Μωκίου και η ανάκριση του από τον επόμενο ανθύπατο, που λεγόταν Μάξιμος. Επειδή όμως όχι μόνο δεν αρνήθηκε αλλά και κήρυξε με παρρησία
το Χριστό, υποβλήθηκε στο μαρτύριο του διπλού τροχού. Και πάλι σώθηκε θαυματουργικά, ενώ ο λαός ζητούσε επίμονα την απελευθέρωση του. Έτσι ο Μάξιμος υποχρεώθηκε
να τον στείλει δέσμιο στον Φιλιππήσιο (Πείρινθο της Θράκης, μετέπειτα Ηράκλεια) και από εκεί στο Βυζάντιο (μετέπειτα Κωνσταντινούπολη), όπου τη δια ξίφους λαμβάνει
απόφασιν και την κεφαλήν αφαιρείται . Ετάφη ένα μίλι έξω από την πόλη, αλλά ο Μέγας Κωνσταντίνος ανήγειρε προς τιμήν του μεγαλοπρεπή ναό στην Κωνσταντινούπολη, όπου
εναπόθεσε και τα χαριτόβρυτα και ιαματικά λείψανα του αγίου ιερομάρτυρος Μωκίου. Στο ναό αυτόν γινόταν αυτοκρατορική προσέλευση κατά την Μεσοπεντηκοστή. Στο ναό,
επίσης, φυλασσόταν το ιερό λείψανο του Αγίου Σαμψών του Ξενοδόχου.
Στίχος
Μωκώμενόν σε δεισιδαίμονα πλάνην, Οἱ δυσσεβεῖς κτείνουσι Μώκιε ξίφει. Μώκιος ἑνδεκάτῃ κεφαλὴν τμήθη ἀγαθόφρων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου